Powered By Blogger

Translate

17 Μαρτίου 2024

Το παιδί στο Μετρό με το ακορντεόν

Φωτογραφία Βασίλης Μακρής

Είναι Κυριακή βράδυ, Νοέμβρης μήνας του 2020, είμαι στην αποβάθρα του Μετρό, κάθομαι σε παγκάκι κι έρχεται κοντά μου ένα παιδάκι με ακορντεόν. Ήταν αργά, τα δρομολόγια είχαν ήδη αραιώσει. Στην αποβάθρα ήταν μόνο το παιδί, εγώ και πιο πέρα δυο νεαροί που είχαν σκύψει στα κινητά τους.

«Παίξε κάτι, αγαπημένο μου», του λέω. «Τι θες», μου κάνει. «Ό,τι θέλεις εσύ», του απαντάω και ανοίγω την τσάντα και το πορτοφόλι. Βλέπει την κίνησή μου, χαμογελάει αμυδρά, βάζει τα δάχτυλά του στα πλήκτρα, ψάχνει για λίγο τις νότες κι αρχίζει να παίζει κάτι μαγικό, μια μελωδία υπέροχη, αλλά ανατριχιαστική. Το κοιτάω συνέχεια. Ήταν όμορφο παιδί, αδύνατο, με χρωματιστά ρούχα, ανάκατα μαλλάκια, και βλέμμα καστανό ανοιχτό, όπως το μέλι. Όση ώρα έπαιζε μια κοιτούσε εμένα μια έσκυβε και κοίταζε το ακορντεόν. Η μελωδία είχε έναν κραδασμό ψυχικό, έβρισκε βαθιά μέσα σου και σε συγκινούσε, σαν Καραΐνδρου που μελοποιεί σκηνή σε ταινία του Αγγελόπουλου με ομίχλη και Κατράκη που χορεύει πάνω σε μνήματα. Ακούγεται από μακριά το τρένο. Πρόλαβα και άκουσα αρκετά το ακορντεόν, γύρω στα τρία λεπτά. Όλη αυτή την ώρα κάθομαι σε παγκάκι και το παιδί έχει έρθει και στέκεται ακριβώς μπροστά μου. «Σου άρεσε;» μου λέει χαμογελαστό. Του δίνω τα χρήματα. Σκύβει ελαφρά το κεφαλάκι του και με ευχαριστεί σιωπηλά. «Τι ήταν αυτό που έπαιξες;» το ρωτάω. Κοιτάει το τρένο που έρχεται. Το προσωπάκι του σοβαρεύει. «Ο παππούς μου στην Σερβία, όταν πέθανε ο πατέρας μου, ο γιος του, πήγαινε με το ακορντεόν του κάθε μέρα στον τάφο και έπαιζε. Ήταν μουσικοί και οι δύο, και ο παππούς και ο πατέρας μου. Έκλαιγε μέσα από τη μουσική, έλεγε η γιαγιά μου. Την άκουγα για αρκετά χρόνια αυτή τη μουσική, γιατί πολλές φορές, τον ακολουθούσα όπου πήγαινε. Τον είχα κάνει πατέρα μου…»

Ο συρμός σταμάτησε στην αποβάθρα, μόνο ένας επιβάτης βγήκε, τρεις μπήκαν, μεταξύ αυτών και το παιδί. Δεν σηκώθηκα από το παγκάκι. Έμεινα εκεί. Έκλεισαν οι πόρτες με θόρυβο, το τρένο ξεκίνησε και παρακολουθούσα με το βλέμμα το παιδί που είχε αρχίσει να παίζει ακορντεόν στους λιγοστούς επιβάτες. Μέχρι που ο συρμός χάθηκε στο τούνελ. Για αρκετή ώρα είχα μπροστά στα μάτια μου το πρόσωπο του παιδιού και στα αφτιά μου τη μελωδία του παππού.

Έφυγα με το επόμενο τρένο. Ουσιαστικά, δεν ήθελα να φύγω. Ήθελα να μείνω εκεί, να ξαναρχόταν το παιδί και να ‘βλεπα τα χεράκια του να παίζουν με μαεστρία το ακορντεόν. Μέχρι να κλείσει το Μετρό και να με διώξουν. Αλλά δεν σου κάνει η ζωή τα χατίρια..

(Αληθινό γεγονός, 23 Μαΐου 2020)

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα απρεπή, κακόβουλα και κακόγουστα σχόλια θα διαγράφονται. Επίσης στηρίζω τη θέση ότι η ελληνική γλώσσα είναι από μόνη της πολιτισμός, καθώς είναι η γλώσσα του Οδυσσέα Ελύτη και του Ομήρου. Τα greeeklish όχι.