Palazzo Ducale, Venezia |
Σήμερα, στον
φούρνο της γειτονιάς, συνάντησα την Άννα. Αγόραζε κουλούρια άγλυκα, για τον
σκύλο της. «Αισθάνομαι ότι θα αρχίσουμε να κοιτάμε τη ζωή πίσω από μια πόρτα
μισάνοιχτη», μου λέει. «Γιατί το λες αυτό;», τη ρωτάω. «Όταν πεθαίνουν άνθρωποι
σημαντικοί», μου απαντάει, «κλείνει μια πόρτα πίσω τους. Ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν
ολόκληρο το δωμάτιο. Το φωτεινό δωμάτιο. Το καλό. Το κυριακάτικο. Αυτό με το
λευκό τραπεζομάντιλο και τις μουσικές που μιλάνε για ρόδα αμάραντα. Πέθανε και
ο αέρας που σήκωσε φεύγοντας, μισόκλεισε την πόρτα. Γι’ αυτό το λέω» είπε.
Έφυγε, μασουλώντας
ένα κουλούρι. Από την άλλη, δεν θυμάμαι αν την Άννα τη συνάντησα στ’ αλήθεια ή
αν σκαρφίστηκα μια συνάντηση μαζί της για να καταγράψω κάποια λόγια που θα
ήθελα να ακούσω από μια γειτόνισσα που θα συναντούσα το πρωί στο φούρνο. Ο
θάνατος του Μίκη μ’ επηρέασε βαθύτατα. Μου υπαγορεύει αποσπάσματα από διηγήματα
που καλούμαι να τα ολοκληρώσω. Επίσης, «Άννα» δεν υπάρχει. Έγραψα αυτό που ήρθε
στο μυαλό μου βλέποντας αυτή την εικόνα από το Palazzo Ducale, στη Βενετία.
(γράφτηκε στις 11 Σεπτεμβρίου 2021,
μερικές ημέρες μετά τον θάνατο του Μίκη
που έφυγε στις 2 Σεπτεμβρίου 2021)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα απρεπή, κακόβουλα και κακόγουστα σχόλια θα διαγράφονται. Επίσης στηρίζω τη θέση ότι η ελληνική γλώσσα είναι από μόνη της πολιτισμός, καθώς είναι η γλώσσα του Οδυσσέα Ελύτη και του Ομήρου. Τα greeeklish όχι.