Διήγημα
- Καλημέρα αγαπημένη
μου!
- Καλημέρα!
- Ενοχλώ;
- Όχι. Μόλις έβαλα τη
χορτόπιτα στο φούρνο. Έχω βάλει και πλυντήριο. Όταν γίνει η πίτα θα πάω στο
φαρμακείο.
- Αχάραγα ξύπνησες;
- Οκτώ το πρωί το λες
και αχάραγα. Πε μου τι κάνεις;
- Φιλεναδούλα μου, η
απάντηση που μπορώ να σου δώσω συμπυκνώνεται σε δυο λέξεις: θέλω κατοικίδιο.
- Κι άλλο; Αφού έχεις,
τον Ρόξυ.
- Ο Ρόξυ είναι
σκύλος.
- Το ξέρω.
- Εγώ θέλω
κατοικίδιο.
- Κι ο Ρόξυ τι είναι;
- Μωρό μου, δεν με
καταλαβαίνεις. Θα βρω άλλη φιλενάδα που να με καταλαβαίνει.
- Λοιπόν, πάμε πάλι
από την αρχή. Λέγε, σε ακούω.
- Φιλεναδούλα μου, γεια
σου. Θέλω κατοικίδιο.
- Συνέχισε.
- Εννοώ άντρα.
- Αγαπημένη μου, τι
πίνεις πρωί-πρωί;
- Καφέ. Διπλό.
- Να σου πω, μάλλον
αυτά που μου λες πρέπει να είναι παρενέργειες του καφέ. Μπορεί να σε πειράζει η
καφεΐνη. Και μάλιστα καφές διπλός. Μην ξαναπιείς. Άστο. Θα χειροτερεύσεις. Πίνε
τσάι.
- Θα συνεχίσω σαν να
μην σε άκουσα: λοιπόν, μωρό μου, θέλω άντρα.
- Οκέι, τώρα το
διατύπωσες καλύτερα. Παρόλα αυτά, αυτό με τον καφέ να το κοιτάξεις.
- Άντρα κατοικίδιο.
- Ρε, συ! Μη με σκας!
Αισθάνομαι σαν να παθαίνω εγκεφαλικό! Πονάει το μυαλό μου όταν σε ακούω! Πες
μου με δικά σου λόγια τι ακριβώς εννοείς, κάνε μια προσπάθεια. Ανησυχώ μήπως εκδηλώνεις
συμπτώματα αλτσχάιμερ.
- Λοιπόν, μη με
διακόπτεις. Άκου με. Εντάξει; Και θα καταλάβεις τι λέω. Μη μιλάς.
- Εντάξει.
- Το κατοικίδιο, τι
είναι; Η έννοια κατοικίδιο, τι συμπεριλαμβάνει; Κατοικίδιο, σύμφωνα με τα
λεξικά που κοίταξα, είναι ένα επιλεγμένο ζώο από κάποιον άνθρωπο για προστασία
ή ψυχαγωγία.
- Ισχύει.
- Μη μιλάς, λέμε.
Χάνω τον ειρμό μου. Τι έλεγα;
- Τον ορισμό του κατοικίδιου.
- Ωραία, Οπότε, αν
κατοικίδιο, είναι ένα επιλεγμένο ζώο από κάποιον άνθρωπο για προστασία ή
ψυχαγωγία, τότε γιατί ο άντρας να μην ονομάζεται και αυτός κατοικίδιο; Αφού τον
επιλέγω για την ψυχαγωγία μου. Μη σου πω και για την προστασία μου.
- Ερώτηση κάνεις;
Περιμένεις απάντηση;
- Όχι, δεν κάνω
ερώτηση. Συλλογισμό κάνω. Μη μιλάς, είπαμε. Άσε με να ολοκληρώσω. Λοιπόν, αν
άντρας, μέχρι τώρα πάντα, και σύμφωνα βεβαίως με αυτά που ξέρουμε, είναι
κάποιος που μόλις σε παντρευτεί αρχίζει και βαριέται την ώρα και τη στιγμή που
κατοικεί στο ίδιο σπίτι μαζί σου και που περνάει καλύτερα με τις αντροπαρέες και
τα ξενοπηδήματά του, και αν από την άλλη κατοικίδιο είναι ένα επιλεγμένο ζώο
για την προστασία και την ψυχαγωγία του ανθρώπου, τότε επιλέγω να θέλω έναν
κατοικίδιο άντρα. Πώς το ακούς;
- Βρε φιλεναδούλα
μου, με τσάκισες πρωί-πρωί! Δηλαδή, μου ανατρέπεις όλη μου την κοσμοθεωρία για
τον έρωτα και τον άντρα! Δεν με λυπάσαι;
- Γιατί, ποια είναι η
κοσμοθεωρία σου για τον έρωτα που ξαφνικά ανατρέπεται;
- Η κοσμοθεωρία μου
είναι ένας έρωτας ξέρω γω, που μπαίνει με θόρυβο στην ήσυχη ζωούλα σου και σε ξαφνιάζει,
που σε ξεβολεύει απότομα από την κοσμάρα σου που ζούσες μέχρι τότε, που σου
κάνει το τραπέζι στα γενέθλιά σου σ’ ένα υπόγειο μαγειρείο στην Πλάκα με
σπιτικό φρικασέ που το μαγείρεψε η μάνα του ταβερνιάρη ξέρω γω, και μετά που σε
πηδάει στα Αναφιώτικα πίσω από μια ανθισμένη βουκαμβίλια. Και τα χαράματα που
έχει πιάσει βροχή σε πάει σπίτι του, βάζει βινύλιο στο πικάπ - γιατί τι διάολο εξαιρετικός
έρωτας θα ήταν αυτός χωρίς να έχει βινύλια με τη φωνάρα της Τζάνις - και σου
προσφέρει ένα πανάκριβο μπράντι σε κρυστάλλινο ποτήρι, ξέρω γω. Αυτό.
- Φιλεναδούλα μου
αγαπημένη, άσε τα σενάρια επιστημονικής και σχιζοφρενικής φαντασίας και άκου το
εξής: Ξέρεις γιατί μια ζωή είμαστε πιο πολύ μόνες παρά σε σχέση ή γάμο; Ξέρεις
γιατί γουστάραμε τρελά τη συχωρεμένη τη Μαριανίνα Κριεζή που έγραψε τον
κορυφαίο στίχο, «όλη η ζωή μου ήταν ένας χωρισμός;»
- Όχι, δεν ξέρω, για
πες.
- Επειδή είχαμε από
μικρές το ταλέντο ή το τικ, - δεν ξέρω τι από τα δύο, ίσως και τα δύο -, να
μπερδεύουμε τους άντρες με τους σκύλους. Θέλαμε δίπλα μας ένα ον πιστό και αντί
να πάρουμε σκύλο που είναι γεννημένος να είναι πιστός, παίρναμε έναν άντρα και
του βάζαμε λουρί στο λαιμό. Τον κάναμε σκύλο, δηλαδή, τον άντρα. Και χάναμε τα
αυγά μας και τα πασχάλια μας. Είχαμε πάντα την αναθεματισμένη επιθυμία οι άλλοι
να τρέχουν πίσω από εμάς και να μας υπηρετούν, και ξεχνούσαμε ότι και οι άλλοι
το ίδιο ακριβώς ήθελαν από εμάς. Ένα τικ που το έχω κι εγώ, το παραδέχομαι, και
σου τηλεφωνώ πρωί-πρωί και σου λέω αυτά που σου λέω. Συμφωνείς φιλεναδούλα μου;
- Τίμιο ακούγεται.
(Σιωπή για λίγο).
- Εδώ είσαι;
- Πού να είμαι;
- Δεν σε ακούω να
μιλάς και είπα μπας και πήγες να δεις την χορτόπιτα.
- Η χορτόπιτα είναι
εντάξει, αλλά σκέφτομαι.
- Τι σκέφτεσαι;
- Να, ότι τελικά εμείς
οι άνθρωποι, άντρες - γυναίκες, είμαστε εγωιστές, όπως και να το κάνεις. Θέλουμε
ο σύντροφός μας να έχει τα χαρακτηριστικά του σκύλου γιατί το πρώτο
χαρακτηριστικό στον χαρακτήρα του σκύλου είναι η πίστη. Θέλουμε κάποιον δίπλα
μας να μας έχει αφεντικό. Να μην ξενοκοιτάει. Να κοιτάει στα μάτια μόνο εμάς.
Να τον εγκαταλείπουμε στο δρόμο κι αυτός να έρχεται τρέχοντας στο σπίτι μας και
να χτυπάει την πόρτα μας. Να κουλουριάζεται μόνο στη δική μας αγκαλιά. Να είναι
στη φύση του να μας κρατάει συντροφιά μέχρι να πεθάνει – αυτός ή εμείς. Να μας
παρέχει ασφάλεια, ότι άμα μας πειράξει κάποιος θα τον δαγκώσει στο λαρύγγι. Δεν
ξέρω βρε φιλεναδούλα μου αλλά ώρες-ώρες αναρωτιέμαι μήπως κάποιες από εμάς τις γυναίκες που δινόμαστε με
πάθος στους σκύλους, που τους αγοράζουμε πανάκριβα δερμάτινα λουριά, τους
ταίζουμε γκουρμέ σκυλοτροφές, τους πλένουμε με ειδικά σαμπουάν εισαγωγής, είναι
επειδή δεν βρήκαμε στους άντρες την αφοσίωση που θέλαμε και εντέλει τη βρήκαμε
στους σκύλους. Θέλω να πω, πολλές φορές αγαπάμε τα ζώα όχι επειδή είμαστε αληθινά
φιλόζωοι αλλά επειδή το ζώο, και ειδικά ο σκύλος, εξυπηρετεί το εγώ μας, μας
καλύπτει τις ανάγκες που δεν μας καλύπτουν οι άνθρωποι γύρω μας.
- Παίζει και αυτό
μωρό μου, συμφωνώ. Εγώ, όταν χώρισα με τον Χαράλαμπο, όταν με κοίταξε ψυχρά και
μου είπε την κουβέντα: «μαζεύω τις βαλίτσες μου και φεύγω - μην προσπαθήσεις να
με σταματήσεις», βγήκα στο δρόμο με δύσπνοια, σαν να μου έλειπε ο αέρας• θυμάμαι,
βρήκα ένα αδέσποτο σκυλάκι, το αγκάλιασα, το έσφιξα πάνω μου κι έβαλα τα
κλάματα. Το αδέσποτο έβγαζε έναν παράξενο σιγανό ήχο, σαν να λυπόταν, σαν να
έκλαιγε και αυτό. Κουνούσε τη ουρίτσα του τόσο αργά σαν να καταλάβαινε την κακή
μου διάθεση και καθόταν ήσυχο για να μην με ενοχλεί ούτε με τις κινήσεις του.
Ήμουν τόσο θλιμμένη και τόσο χαμένη στις σκέψεις μου που επιστρέφοντας στο
σπίτι δεν σκέφτηκα να το πάρω μαζί μου. Και το καημένο, με ακολούθησε μέχρι την
εξώπορτα. Μπήκα στο σπίτι κλείνοντας με δύναμη την πόρτα και εκείνο έμεινε έξω βγάζοντας
εκείνον τον σιγανό ήχο θλίψης… Την άλλη μέρα που ξεθόλωσα κάπως από το κλάμα το
έψαξα και δεν το βρήκα πουθενά. Καλά να πάθω, όμως. Κάποιες φορές λέω ότι
τελικά ίσως και να μας αξίζουν οι Χαραλάμπηδες που έρχονται στη ζωή μας και μας
εγκαταλείπουν για μια μικρότερη, όπως επίσης και τα αδέσποτα που χάνονται όταν
τα αναζητούμε ενώ αυτά μας κουνούσαν την ουρίτσα τους για να τους δώσουμε μια
στέγη. Τέλος πάντων… Ευτυχώς που αργότερα βρήκα το αδεσποτάκι τον Ρόξυ και
είναι τόσο γλυκό πλάσμα!
- Συμφωνώ, μωρό μου.
Αλλά τελικά, πού καταλήγουμε;
- Ιδέα δεν έχω
φιλεναδούλα μου γλυκιά. Πες εσύ ως πιο ψύχραιμη.
- Θες τη γνώμη μου;
- Θέλω.
- Αγαπημένο μου, η
γνώμη μου είναι να πεις ένα ευχαριστώ στη ζωή σου που έχεις τον σκυλάκο σου τον
Ρόξυ, ένα άλλο ευχαριστώ που έχεις δυο φιλεναδούλες στα δύσκολα και στα εύκολα,
στην αρρώστια και στην υγεία, και επίσης ένα μεγάλο ευχαριστώ που μετά τον Χαράλαμπο
έχεις την μανούλα σου να λες μια καλημέρα σε άνθρωπο. Εγώ, ξέρεις πολύ καλά, είμαι
και χωρισμένη και ορφανή. Άμα πνίγομαι καμιά μέρα να πω μια καλημέρα σε άνθρωπο
κι εσείς οι φίλες μου λείπετε, βγαίνω στο μπαλκόνι τάχα να τινάξω το χαλάκι της
εξώπορτας μπας και δω καμιά γειτόνισσα να πιάσουμε κουβέντα.
- Ξεχνάς ότι η
μανούλα μου έχει άνοια.
- Όχι, καθόλου δεν το
ξεχνάω. Θυμάμαι μάλιστα πολύ καλά ότι η μανούλα σου έχει ελαφριά άνοια. Έτσι
δεν είναι;
- Ελαφριά, ξελαφριά,
η μανούλα μου έχει άνοια, φιλενάδα. Της πάω τον καφέ το πρωί και ο μεγάλος μου
φόβος είναι μην ακούσω να μου λέει την ατάκα: «τίνος είσαι εσύ;»
- Παίξε με την
κατάσταση βρε φιλενάδα! Μην την αφήνεις να σε παίρνει από κάτω. Πήγαινέ της τον
καφέ και πριν προλάβει να μιλήσει εκείνη πέταξε εσύ την ατάκα «τίνος είσαι εσύ»
και άσε τη να σε κοιτάει σαν να βλέπει ξωτικό. Δηλαδή, δημιούργησε περιβάλλον
ανάλαφρο, κάνε χιούμορ, συμπεριφέρσου σαν να έχεις μπροστά σου ένα κοριτσάκι
που πρέπει να του χτενίσεις τα μαλλάκια. Τι θες δηλαδή τώρα, να αρχίσουμε
συζήτηση για τις μάνες μετά τους άντρες και να πούμε και πάλι ότι θα θέλαμε να είχαμε
κατοικίδιες μάνες; Κάποια σούπερ ντούπερ υπερόντα να μας ξεσκάνε αντί να μας
σκάνε και να μας προστατεύουν; Αφού, παρόλα αυτά, είναι αγαπημένες, οι
καημένες! Με την άνοιά τους, με τα σκατά τους, με τα καλά τους. Εγώ όταν έχασα τη
μάνα μου ήταν σαν να κόπηκαν οι ρίζες που με κρατούσαν στη γη. Ξεριζώθηκα. Άστο,
φιλενάδα. Μη το ψάχνουμε καλύτερα. Άντρες, έρωτες, σκύλοι, μάνες, φίλοι, για
μια προστασία και μία ψυχαγωγία ψάχνουμε όλοι στη ρημάδα τη ζωή και με αυτόν
τον καημό πεθαίνουμε. Να σου πω, μυρίζει η πίτα. Πρέπει να πάω να τη δω. Να
κλείσουμε και να τα ξαναπούμε το απόγευμα; Ξέρεις, θα σου τηλεφωνούσα κι εγώ να
σου έλεγα ότι στον Πειραιά παίζουν την Αντιγόνη. Θες να πάμε το Σάββατο;
- Αγαπημένη μου, δεν
μπορώ άλλο τα δράματα! «Όλη η ζωή μου ήταν ένας χωρισμός», δεν τα είπαμε;
- Οκέι, έχεις δίκιο. Πάμε τότε σε μπαράκι. Με
ροκ και φαγητό. Να βρούμε κάναν κατοικίδιο ροκά. Συμφωνείς;
- Τίμιο ακούγεται…
του περιοδικού «δε|κατα» με θέμα: «Κατοικίδια».
Ευχαριστώ τον εκδότη του περιοδικού ποιητή και συγγραφέα,
Ντίνο Σιώτη, για τη δημοσίευση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα απρεπή, κακόβουλα και κακόγουστα σχόλια θα διαγράφονται. Επίσης στηρίζω τη θέση ότι η ελληνική γλώσσα είναι από μόνη της πολιτισμός, καθώς είναι η γλώσσα του Οδυσσέα Ελύτη και του Ομήρου. Τα greeeklish όχι.