![]() |
Campo San Polo, Venezia |
Έξω από το σπίτι μου υπάρχει ένα ξύλινο παγκάκι που το έχει βάλει ο δήμος, δεν είναι του ΟΑΣΑ, αλλά στο σημείο υπάρχει στάση τοπικού λεωφορείου. Επειδή είναι κάπως απόμερη η γειτονιά και το βράδυ δεν φωτίζεται επαρκώς αρκετοί από εμάς εάν δούμε κάποιον άγνωστο, που δεν τον έχει ξαναπάρει το μάτι μας, να κάθεται στο παγκάκι, τον ρωτάμε ευγενικά εάν περιμένει το λεωφορείο. Αν πει ναι, τάχα θα ενδιαφερθούμε να ρωτήσουμε πόση ώρα περιμένει κτλ., ώστε να καταλάβουμε από τα λόγια που θα πει αν πρόκειται για κάποιον ύποπτο – με δεδομένο ότι στην πολυκατοικία μας, στα χαμηλά πατώματα, έχουν συμβεί διαρρήξεις κατά το παρελθόν, παραβιάστηκε η κεντρική είσοδος και στη συνέχεια πόρτα διαμερίσματος, μέχρι που πήραμε τα (κοστοβόρα) μέτρα μας: ακριβές κλειδαριές, συναγερμοί κτλ.
Σήμερα κατά τις πεντέμισι βγαίνω να πάω σε μια δουλειά. Βλέπω στο παγκάκι έναν εύσωμο νέο άντρα με παλιόρουχα, να κάθεται με σκυμμένο κεφάλι. Διαισθητικά καταλαβαίνω ότι δεν περιμένει το λεωφορείο. Πάω με τα πόδια στη δουλειά μου, στην πλατεία. Επιστέφω μετά από κάνα δίωρο περίπου, με το τοπικό λεωφορείο. Κατεβαίνω, και βλέπω ότι ο άντρας ήταν ακόμα στο παγκάκι, με σκυμμένο πάντα το κεφάλι. Κάνω να προχωρήσω για το σπίτι μου και κοντοστέκομαι. Θέλω πολύ να τον πλησιάσω και να τον ρωτήσω με τρόπο αν θέλει κάτι. Γυρνάω πίσω και τον πλησιάζω. Όχι πολύ. Στέκομαι τρία μέτρα μακριά του. Τον κοιτάω προσεχτικά. Φοράει δυο σκουλαρίκια στο ίδιο αφτί. Τα ρούχα του είναι παλιά και φθαρμένα και το σώμα του είναι σκυμμένο στο πεζοδρόμιο. Ακολουθεί ο εξής διάλογος, χωρίς να αλλάζω ούτε κόμμα:
-Καλησπέρα…
Σηκώνει το κεφάλι από
χάμω και με κοιτάει απορημένα. Συνεχίζω.
-Θέλετε κάτι και
κάθεστε τόση ώρα εδώ; Σας είδα και νωρίτερα, όταν έφευγα... Και… Συγγνώμη που
σας ρωτάω αλλά εδώ είναι απόμερα και όταν βλέπουμε κάποιον άγνωστο τον ρωτάμε…
-Τι να θέλω, μου απαντάει. Τίποτα δεν θέλω. Εδώ πιο κάτω μένω. Βγήκα να πάρω αέρα και επειδή δεν έχω λεφτά να πάω να καθίσω κάπου να πιω έναν καφέ, κάθισα στο παγκάκι. Θέλω να πάρω αέρα.
Τα μάτια του ήταν
ζωηρά. Το βλέμμα του έλαμπε. Τίποτα από τη ματιά του δεν ταίριαζε με το
υπόλοιπο ταλαιπωρημένο παρουσιαστικό του. Τον κοίταζα κάπως αμήχανη. Δεν
περίμενα να ακούω αυτό που μου είπε.
-Εντάξει… Καλό βράδυ, του είπα, και απομακρύνθηκα. Πήγα στο σπίτι μου.
Θυμάμαι, πριν χρόνια, είχα βρεθεί στη λεωφόρο Αλεξάνδρας, στην παλιά Σόνια – όσοι τη θυμούνται. Πάω στη στάση να πάρω το τρόλεϊ. Στο παγκάκι της στάσης κάθονταν δυο γυναίκες και τρώγανε πασατέμπο. Γύρω από τα πόδια τους τα τσόφλια από τον πασατέμπο είχαν κάνει βουναλάκι. Τρία – τέσσερα παιδάκι έπαιζαν γελώντας στο πεζοδρόμιο.
-Το τρόλεϊ, το τρία,
έχει περάσει; τις ρωτάω.
Φτύνει τον πασατέμπο
από το στόμα της η μία και μου λέει:
- Δεν προσέχουμε τα
αυτοκίνητα που περνάνε. Εμείς βγαίνουμε το απόγευμα για βόλτα και καθόμαστε
εδώ, στο παγκάκι, για να παίξουν τα παιδιά. Μένουμε σ’ ένα υπόγειο. Κρίμα είναι
τα παιδάκια να μην βλέπουν λίγο ήλιο…
Είχε ένα γλυκό φως εκείνη την ώρα και ήταν αρχές καλοκαιριού. Οι χαρούμενες φωνούλες των παιδιών ήσαν πιο δυνατές και από το θόρυβο της λεωφόρου. Ήρθε το τρόλεϊ, έφυγα. Κοίταξα από το παράθυρο για τελευταία φορά την εικόνα στη στάση, καθώς απομακρυνόμουν: δυο μητέρες που γέμισαν τις τσέπες τους πασατέμπο και έβγαλαν τα παιδάκια τους να παίξουν στο πεζοδρόμιο της ‘’Σόνιας’’, για λίγο φως πριν σκοτεινιάσει στο υπόγειό τους.
Μαζί με εκείνες τις
μητέρες στη λεωφόρο Αλεξάνδρας (σημείωση: ξένες ήσαν, όπως κατάλαβα τουλάχιστον
από την προφορά αυτής που μου μίλησε με το χαρακτηριστικό παχύ ‘λάμδα’) από
σήμερα εντάσσω στην κατηγορία «άνθρωποι που δεν έχουν λεφτά να πιουν έναν καφέ
και κάθονται στα παγκάκια των στάσεων των λεωφορείων» και τον άνθρωπο έξω από
το σπίτι μου, αυτόν με τα δύο σκουλαρίκια και τα παλιά ρούχα, και τη σκυμμένη
πλάτη. Που, δεν βγήκα τίποτα να του απαντήσω στην απλή ερώτηση που μου έκανε:
‘Τι να θέλω. Τίποτα δεν θέλω. Να πάρω αέρα θέλω’.
Ναι, στη Γάζα
πεθαίνουν παιδάκια. Αλλά είναι και κάποια παιδάκια εδώ, στην Ελλάδα, εντελώς
για κλάματα. Και μεγαλύτεροι, επίσης. Λες και έχουμε πόλεμο, ένα πράμα.
23/5/2025 Βικτώρια